Έκθεση σοκ για την παγκόσμια ανισότητα: Το 0,001% κατέχει περισσότερο πλούτο από το 50% του πλανήτη
Μια νέα Έκθεση για την Παγκόσμια Ανισότητα προειδοποιεί ότι λιγότεροι από 60.000 από τους πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη — αρκετοί για να γεμίσουν ένα ποδοσφαιρικό στάδιο — κατέχουν περισσότερο πλούτο από το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού μαζί.
Η έκθεση καταγράφει ακραίες ανισότητες στο εισόδημα και τον πλούτο, οι οποίες μεταφράζονται και σε άνιση κατανομή πολιτικής ισχύος. Η παγκόσμια ελίτ που αντιστοιχεί στο 0,001% του πληθυσμού είναι τρεις φορές πλουσιότερη από το φτωχότερο 50%.
Παράλληλα, τα ανώτερα στρώματα συμβάλλουν δυσανάλογα λίγο στα δημόσια ταμεία. Όπως σημειώνεται, οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές αυξάνονται για τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού, αλλά μειώνονται απότομα για δισεκατομμυριούχους και «κεντι-εκατομμυριούχους». Γιατροί, εκπαιδευτικοί και μηχανικοί καταβάλλουν μεγαλύτερο ποσοστό φόρων από έναν δισεκατομμυριούχο που βασίζει τον πλούτο του σε υπεράκτιες δομές ή σε κεφαλαιακά κέρδη.
«Αυτό δεν υπονομεύει μόνο τη φορολογική δικαιοσύνη· στερεί από τις κοινωνίες πόρους απαραίτητους για την εκπαίδευση, την υγεία και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής», τονίζει η έκθεση.
Έμφυλες ανισότητες: οι γυναίκες δουλεύουν περισσότερο — οι άνδρες κερδίζουν περισσότερο
Παρότι η ανθρωπότητα εργάζεται συνολικά λιγότερες ώρες, οι άνδρες είναι εκείνοι που επωφελούνται περισσότερο από αυτή τη μείωση της επίσημης εργασίας. Αντίθετα, το συνολικό φορτίο εργασίας των γυναικών παραμένει υψηλό.
«Αυτή η άνιση κατανομή του χρόνου είναι μία από τις πιο καθαρές αποδείξεις ότι η πρόοδος στις εργασιακές συνθήκες δεν οδηγεί αυτόματα σε έμφυλη ισότητα», αναφέρει η έκθεση.
Τα δεδομένα για το εισόδημα από εργασία δείχνουν πόσο από το συνολικό εισόδημα που παράγεται σε μια χώρα πηγαίνει στις γυναίκες και πώς εξελίσσεται αυτό το ποσοστό. Παρά τις βελτιώσεις, η έκθεση σημειώνει ότι οι γυναίκες απέχουν πολύ από την ισότητα σε όλες τις περιοχές του κόσμου: σήμερα λαμβάνουν περίπου το ένα τρίτο του συνολικού εισοδήματος από εργασία και καμία περιοχή δεν έχει πετύχει ισορροπία 50–50. Τα μεγαλύτερα χάσματα καταγράφονται στη Νότια Ασία, τη Μέση Ανατολή και τμήματα της Αφρικής.
Κλιματική αλλαγή: την ευθύνη τη φέρουν οι κάτοχοι κεφαλαίου, όχι οι καταναλωτές
Η ανισότητα μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών αποτυπώνεται με έντονο τρόπο και στο κλίμα. Στις ΗΠΑ, το μέσο αποτύπωμα άνθρακα του πλουσιότερου 10% είναι πάνω από σαράντα φορές μεγαλύτερο από εκείνο του αντίστοιχου 10% σε χώρες όπως η Νιγηρία.
Σε παγκόσμια κλίμακα, ένα άτομο που ανήκει στο πλουσιότερο 1% εκπέμπει κατά μέσο όρο 75 φορές περισσότερες εκπομπές από κάποιον που ανήκει στο φτωχότερο μισό του πληθυσμού.
Η έκθεση επισημαίνει ότι η παραδοσιακή μέθοδος υπολογισμού — που αποδίδει τις εκπομπές στους τελικούς καταναλωτές — κρύβει μια κρίσιμη διάσταση ευθύνης: την ιδιοκτησία κεφαλαίου. Οι περισσότεροι πολίτες δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αλλάξουν ριζικά τις καταναλωτικές τους επιλογές, ούτε έχουν πάντα πρόσβαση σε «πράσινες» λύσεις. Αντίθετα, οι ιδιοκτήτες βιομηχανιών και ενεργειακών εταιρειών αποφασίζουν πού θα επενδυθούν τα κεφάλαια και επωφελούνται όταν τομείς υψηλης ρύπανσης αποδίδουν κέρδη.
Σύμφωνα με την έκθεση, όταν οι εκπομπές αποδίδονται σε αυτούς που κατέχουν το σχετικό κεφάλαιο, η εικόνα αλλάζει δραματικά: το πλουσιότερο 10% σε χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία και οι ΗΠΑ έχει τριπλάσιο έως πενταπλάσιο ανθρακικό αποτύπωμα. Στις ΗΠΑ, το πλουσιότερο 10% ευθύνεται για το 24% των εκπομπών που συνδέονται με κατανάλωση, αλλά για το 72% των εκπομπών που συνδέονται με ιδιοκτησία. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το πλουσιότερο 1% ευθύνεται για το 41% όλων των εκπομπών με βάση την ιδιοκτησία.
Η διεθνής οικονομική τάξη ως μηχανισμός αναπαραγωγής ανισότητας
Η έκθεση υποστηρίζει ότι το διεθνές νομισματικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα ευνοεί δομικά τις πλούσιες χώρες και απομυζά πόρους από τις φτωχότερες. Οι ισχυρές οικονομίες δανείζονται με χαμηλό κόστος και επενδύουν σε πιο κερδοφόρα περιουσιακά στοιχεία, αποκομίζοντας αυτό που περιγράφηκε τη δεκαετία του 1960 ως «εξωφρενικό προνόμιο» — αρχικά των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά σήμερα και της Ευρώπης, της Ιαπωνίας και άλλων ανεπτυγμένων οικονομιών.
Αντίθετα, οι αναδυόμενες και οι χαμηλού εισοδήματος χώρες πληρώνουν υψηλά επιτόκια, διατηρούν χαμηλών αποδόσεων αποθεματικά και μεταφέρουν εισόδημα στο εξωτερικό. Το πλουσιότερο 20% των χωρών καταγράφει σταθερά θετικές αποδόσεις από τις διεθνείς τοποθετήσεις του — περίπου 1% του συνολικού ΑΕΠ τους. Το φτωχότερο 80% είναι μόνιμος καθαρός οφειλέτης, με αρνητικές αποδόσεις περίπου 2% του ΑΕΠ. Σε ορισμένες φτωχές περιοχές, τα ποσά που πληρώνονται κάθε χρόνο σε πλούσιες χώρες υπερβαίνουν τις δημόσιες δαπάνες για την υγεία.
Η έκθεση τονίζει ότι αυτή η πραγματικότητα δεν προκύπτει φυσικά από τις ελεύθερες αγορές, αλλά είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών και θεσμικών επιλογών. Συνολικά, καταλήγει ότι το παγκόσμιο σύστημα αναπαράγει την ανισότητα μεταξύ χωρών με τρόπο που θυμίζει, σε πιο λεπτή μορφή, παλαιότερα μοτίβα αποικιακής εκμετάλλευσης.
Today