Αποκλειστικό: Ρώσος ολιγάρχης απειλεί με αγωγή για δυσφήμιση το Συμβούλιο της ΕΕ για τις κυρώσεις

Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενδέχεται να κληθεί να λογοδοτήσει σε δικαστήριο του Αμβούργου για υπόθεση αγωγής δυσφήμισης που σχετίζεται με απόφαση κυρώσεων της ΕΕ.
Προϋπόθεση για να καθίσει για πρώτη φορά στα χρονικά στο εδώλιο το κύριο όργανο λήψης αποφάσεων της ΕΕ είναι να γίνει δεκτή από το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Γερμανίας η έφεση που εκκρεμεί, σύμφωνα με έγγραφα που βρίσκονται στη διάθεση του Euronews.
Η υπόθεση αφορά αιτιολογική έκθεση του Συμβουλίου που εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο του 2023 για τη συμπερίληψη του επιχειρηματία Αλισέρ Ουσμάνοφ στον κατάλογο των ευρωπαϊκών κυρώσεων. Ο δικηγόρος του Αλισέρ Ουσμάνοφ, Joachim Steinhoefel με έδρα το Αμβούργο, υποστηρίζει ότι οι βασικοί επιβαρυντικοί ισχυρισμοί που επικαλέστηκε το Συμβούλιο έχουν έκτοτε αποδειχθεί αβάσιμοι.
Ένα απόσπασμα ανέφερε ότι ο Ουσμάνοφ "φέρεται να προστάτευσε τον Πρόεδρο Πούτιν και να βοηθήθηκε (σε αντάλλαγμα) στα επιχειρηματικά του προβλήματα", ισχυρισμό που το Συμβούλιο απέδωσε στο Forbes. Ο Steinhoefel αμφισβήτησε τον ισχυρισμό ενώπιον του περιφερειακού δικαστηρίου του Αμβούργου, το οποίο έκανε δεκτή την προσφυγή.
Το Forbes άσκησε έφεση σχετικά με τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου και χαρακτηρίζει το άρθρο ως προστατευόμενη γνώμη και όχι ως επαληθεύσιμο γεγονός.
"Η έκφραση γνώμης ενός δημοσιογράφου δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση για την επιβολή κυρώσεων. Το Συμβούλιο δεν μπορεί να το δημοσιεύσει ως δήθεν δήλωση γεγονότος, εάν ο ίδιος ο συντάκτης διευκρινίζει ότι επρόκειτο για γνώμη", δήλωσε ο Steinhoefel στο Euronews.
Ο Steinhoefel επισημαίνει επίσης έναν ισχυρισμό της αυστριακής εφημερίδας Kurier ότι ο πρόεδρος Πούτιν αποκάλεσε τον Αλισέρ Ουσμάνοφ "τον αγαπημένο του ολιγάρχη".
Ο ισχυρισμός αυτός, όπως λέει, κρίθηκε παράνομος και απαγορεύτηκε η διάδοσή του, ενώ το ίδιο συνέβη και με ένα tweet που επικαλέστηκε το Συμβούλιο, το οποίο αργότερα ανακλήθηκε.
Σύμφωνα με τον Steinhoefel, εκατοντάδες άρθρα, συμπεριλαμβανομένων άρθρων σε μεγάλα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης, έχουν αφαιρεθεί ή διορθωθεί -μεταξύ των οποίων και δημοσιεύματα που ισχυρίζονται ότι υπάρχουν δεσμοί μεταξύ του Ουσμάνοφ και της πολιτικής ηγεσίας της Ρωσίας, ισχυρισμοί που βρίσκονται στο επίκεντρο του σκεπτικού για τον καταρτισμό της "μαύρης λίστας" της ΕΕ.
Όπως αναφέρει ο δικηγόρος, περισσότερες από εξήντα δικαστικές αποφάσεις απαίτησαν από τα μέσα ενημέρωσης και τους πολιτικούς να σταματήσουν να επαναλαμβάνουν τέτοιους ισχυρισμούς.
Αυτήν την εβδομάδα, ισχυρίστηκε, μια σημαντική ευρωπαϊκή εφημερίδα υποχρεώθηκε να αποσύρει όλους τους ισχυρισμούς σχετικά με χειραγώγηση των δημοσιογράφων στην Kommersant, την επιχειρηματική εφημερίδα του Ουσμάνοφ - ισχυρισμοί που αντανακλούν εκείνους που διατυπώθηκαν από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο στόχαστρο η χρήση ρεπορτάζ των μέσων ενημέρωσης από το Συμβούλιο
"Τα συγκεκριμένα παραδείγματα φαίνεται να αποδεικνύουν ότι το Συμβούλιο δεν επαληθεύει ουσιαστικά τις πηγές και αρκείται σε μη επαληθευμένα αποσπάσματα δημοσιευμάτων στον Τύπο - ακόμη και όταν ο συντάκτης τα ανακαλεί ενώπιον του δικαστηρίου", δήλωσε.
Κατά την άποψή του, το γεγονός αυτό παραβιάζει το πνεύμα της νομολογίας της ΕΕ που επιτρέπει στο Συμβούλιο να παραθέτει δημοσιεύματα μόνο όταν προέρχονται από πολλαπλές ανεξάρτητες πηγές, με επαρκώς συγκεκριμένα γεγονότα και μόνο όταν τα ρεπορτάζ κριθούν αξιόπιστες.
Η αγωγή καταγγέλλει επίσης ένα άλλο χωρίο της αιτιολογικής έκθεσης του Συμβουλίου ως δυσφημιστικό: "Επιπλέον, είναι κορυφαίος επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στη Ρωσία και επιχειρηματίας που εμπλέκεται σε έναν οικονομικό τομέα που παρέχει σημαντική πηγή εσόδων στην κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας ... Ως εκ τούτου, υποστήριξε ενεργά τις πολιτικές αποσταθεροποίησης της Ουκρανίας από τη ρωσική κυβέρνηση".
Ο Steinhoefel αντιτείνει ότι ο Αλισέρ Ουσμάνοφ στιγματίζεται ως "ενεργός υποστηρικτής" της αποσταθεροποίησης του Κιέβου μόνο και μόνο επειδή κατέχει μετοχές σε εταιρεία χαρτοφυλακίου που αποφέρει κέρδη και είναι, βάσει νόμου, υποχρεωμένη να πληρώνει φόρους.
"Η άσκηση νόμιμης, συνταγματικά προστατευόμενης οικονομικής ελευθερίας (κατοχή μετοχών) σε συνδυασμό με τη συμμόρφωση με ένα νομικό καθήκον (πληρωμή φόρων) επαναπροσδιορίζεται ως γεωπολιτική υποστήριξη", υποστηρίζει. "Για να αποφύγει κανείς αυτή την ταμπέλα θα πρέπει να φοροδιαφύγει - να διαπράξει δηλαδή ένα έγκλημα- ή να εγκαταλείψει την επιχείρησή του -παράλογο αίτημα σε κάθε έννομη τάξη". Συμπερασματικά ο δικηγόρος κάνει λόγο για "αντιστροφή των βασικών δικαιωμάτων".
Η υπόθεση Steinhoefel χαρακτηρίζει την προσέγγιση του Συμβουλίου ως "εξαναγκασμό μέσω αντιπροσώπων": στοχοποιεί επιχειρηματίες που λέγεται ότι έχουν επιρροή στη Μόσχα, προκειμένου να τους επιστρατεύσει για να ασκήσουν πίεση στην κυβέρνηση να αλλάξει πορεία. Αυτό, λέει, προσβάλλει τη δημοκρατική αρχή ότι η νόμιμη δράση των φυσικών προσώπων δεν πρέπει να εργαλειοποιείται ως μοχλός πίεσης για υποθέσεις εξωτερικής πολιτικής.
Επειδή τα δικαστήρια της ΕΕ δεν προβλέπουν αγωγή αδικοπραξίας για δυσφήμηση κατά των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, ο Steinhoefel ζήτησε πρώτα να επιδοθεί η αγωγή στο Δικαστικό Συμβούλιο του Αμβούργου.
Το εφετείο έκρινε ότι το Συμβούλιο της ΕΕ απολαμβάνει ασυλίας από την άσκηση αγωγής στα γερμανικά δικαστήρια. Ο Steinhoefel ισχυρίζεται ότι κάτι τέτοιο παραβιάζει το άρθρο 19 παράγραφος 4 του βασικού νόμου της Γερμανίας, το οποίο εγγυάται το δικαίωμα δικαστικής προσφυγής για παραβιάσεις βασικών δικαιωμάτων.
Πλέον ο δικηγόρος του Αλισέρ Ουσμάνοφ έχει ασκήσει έφεση στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Καρλσρούης. Η αγωγή δεν αμφισβητεί τον ίδιο τον κατάλογο των κυρώσεων, αλλά απαιτεί να απαγορευτεί στο Συμβούλιο της ΕΕ να διαδώσει περαιτέρω τα επίμαχα δημοσιεύματα. Η απόφαση του γερμανικού ανώτατου δικαστηρίου εκκρεμεί.
Today